- τολμήσας
- τολμήσᾱς , τολμάωBodl. Quarterly Recordaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
EUEMERUS vel EUHEMERUS — EUEMERUS, vel EUHEMERUS amicus Cassandri, filii Antipatri, Historicus antiquus, e civitate Messana, teste Plutarch. l. de Iside et Osiride. (Atqui Arnob. l. 4. Agragantinum vocat) Lactant. l. 1. c. XI. Antiquus auctor Euhemerus, qui fuit ex… … Hofmann J. Lexicon universale
σώμα — Γενικό όνομα που δίνεται σε μια ποσότητα ύλης. Σώματα επομένως είναι όλα τα αντικείμενα με τις ιδιότητες τους (σχήμα, διαστάσεις, βάρος κλπ.)· ουσία, αντίθετα, είναι η ποιότητα της ύλης από την οποία αποτελούνται τα σ. Για μεγαλύτερη ακριβολογία… … Dictionary of Greek